Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Μεταρρύθμιση ή... κατεδάφιση;

     Δεν έχει και πολύ μεγάλη σημασία πώς θα «ονομαστεί» μια μεταρρύθμιση.
Δεν θυμάται κανένας ποιος είναι ο τίτλος ενός νομοσχεδίου που έρχεται στη Βουλή και γίνεται μετά την ψήφισή του νόμος του Κράτους.
      Εκείνο που όλοι θυμούνται είναι τις συνέπειες από την εφαρμογή του. Όπως και να παρουσιαστεί η μεταρρύθμιση για το ασφαλιστικό που ετοιμάζει η κυβέρνηση στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει, όλα θα κριθούν εκ του... αποτελέσματος.
Γιατί το αποτέλεσμα είναι αυτό που βιώνει ο κάθε πολίτης στην καθημερινότητά του.
        Πολλοί είναι εκείνοι που πίστεψαν στις υποσχέσεις. Για καλύτερες συντάξεις, καλύτερες υπηρεσίες στην περίθαλψη, βελτίωση των κοινωνικών παροχών. Σήμερα όλοι γνωρίζουν ότι τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να εφαρμοστεί , μετά και τις πρόσφατες εκλογές, με τις οποίες έκλεισε ο «κύκλος» των ψευδαισθήσεων.
       Οι συνταξιούχοι θα είναι ικανοποιημένοι για όσο διάστημα δεν εφαρμόζεται η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία και δεν μειώνονται περαιτέρω οι συντάξεις τους. Θα είχε μεγάλη αξία να καταργηθεί στην πράξη η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, μέσα από τη διασφάλιση των πόρων, έτσι ώστε να μπορούν τα ταμεία να διατηρήσουν το σημερινό επίπεδο συντάξεων. Εάν όμως η κατάργηση της ρήτρας γίνει μέσα από την κατάργηση των ίδιων των επικουρικών ταμείων και τη συγχώνευσή τους στους φορείς κύριας σύνταξης, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί μεταρρύθμιση. Μια τέτοια επιλογή είναι στη λογική «πονάει δόντι, κόβει κεφάλι» με τις συνέπειες για τους σημερινούς και μελλοντικούς συνταξιούχους, πολύ πιο αρνητικές.
         Η κυβέρνηση ανέστειλε την εφαρμογή του νόμου 3863/2010, επειδή είχε δεσμευτεί προεκλογικά να καταργήσει τις «αντιασφαλιστικές» ρυθμίσεις που είχαν ψηφιστεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και είχε -και εξακολουθεί να έχει- μια απέχθεια σε όλα αυτά που δεν αποτελούν «δικά της» δημιουργήματα. Έρχεται τώρα, όμως και δεν εφαρμόζει απλά αυτούς τους «αντιασφαλιστικούς» νόμους στους οποίους οικοδόμησε όλη την αντιπολιτευτική της τακτική, αλλά, κάνει ακόμη δυσμενέστερο το καθεστώς, με δραματικές μειώσεις στις συντάξεις και σκληρές νέες ρυθμίσεις για τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης.
Εάν αυτές οι νέες ρυθμίσεις «οδηγούν» σε χαμηλότερες συντάξεις μπορούν να θεωρηθούν ότι αποτελούν μεταρρύθμιση ή πρόκειται στην πραγματικότητα για απορύθμιση;
       Εάν, πολύ περισσότερο, οδηγηθούμε με την κατάργηση των «αντιασφαλιστικών» νόμων που ψήφισαν οι προηγούμενοι και την ψήφιση νέων, σε ένα ισοπεδωτικό σύστημα συντάξεων με οροφή τα 1.000 ευρώ ή με μια σύνταξη για όλους στα 600 ευρώ, όπως ακούγεται, οι νέοι ασφαλιστικοί νόμοι θα πρέπει να χαρακτηριστούν προοδευτικοί αριστερής έμπνευσης, δίκαιοι και αναπτυξιακοί;
        Κανένας δεν παραγνωρίζει τα μεγάλα προβλήματα του Ασφαλιστικού, εκτός από εκείνους που επέλεξαν διαχρονικά να δημαγωγούν σε ένα τόσο ευαίσθητο και κρίσιμο θέμα. Οι προσαρμογές κάθε φορά είναι επιβεβλημένες, με βάση την εξέλιξη των συνθηκών.
       Το ζητούμενο δεν είναι να δικαιωθούν όσοι έλεγαν την αλήθεια ή και όσοι ανέλαβαν τις ευθύνες τους, όποτε χρειάστηκε. Το ζητούμενο είναι να αποφύγουμε την κατεδάφιση του ασφαλιστικού συστήματος που φαίνεται ότι έρχεται, μέσα από τις μεγάλες πιέσεις των δανειστών αλλά και την απουσία σχεδίου από την πλευρά μας.
        Με πολλές θυσίες και μεγάλη καθυστέρηση αναπτύχθηκε στη χώρα μας ένα κοινωνικό κράτος που είχε «στρεβλώσεις» και ελλείψεις. «Κάλυψε», όμως, και εξακολουθεί και σήμερα να «καλύπτει», βασικές ανάγκες του πληθυσμού. Ένα κοινωνικό κράτος που χρειάζεται αλλαγές για να λειτουργήσει με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα.
       Στην ίδια κατεύθυνση θα πρέπει να δούμε και το Ασφαλιστικό. Η διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος, μέσα από τις προσαρμογές που απαιτούνται κάθε φορά, είναι θέμα εθνικής προτεραιότητας. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν μπορεί να γίνεται η όποια επιλογή αγνοώντας τις ανάγκες των πολιτών και τις αντοχές τους. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν υπάρχει μια μεγάλη επιβάρυνση από την αύξηση των άμεσων και των έμμεσων φόρων, που έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και τη δραματική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου.
Αναδημοσίευση από την ΗΜΕΡΗΣΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: