Διαστάσεις επιδημίας έχουν πάρει οι παραιτήσεις γιατρών από νοσοκομεία και από Κέντρα Υγείας, καθώς αδυνατούν να αντεπεξέλθουν με αξιοπρέπεια στις εξοντωτικές συνθήκες εργασίας και στα εξουθενωτικά ωράρια που χρόνο με τον χρόνο επιδεινώνονται εξαιτίας των τεράστιων ελλείψεων που έχει δημιουργήσει η εγκατάλειψη του ΕΣΥ. Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ), τα τελευταία δυόμισι χρόνια έχει σημειωθεί ρεκόρ αποχωρήσεων από το ΕΣΥ, που φτάνουν τις 10.000, ενώ η ομοσπονδία υπολογίζει ότι ο αριθμός των αποχωρήσεων μόνο για το 2023 θα φτάσει τις 5.000.
Ανάμεσά τους, οι πρόσφατες παραιτήσεις της Εύας Μιχαηλίδου, διευθύντριας ΜΕΘ στο Γενικό Νοσοκομείο Αγρινίου, και της Καλλιόπης Μιχελάκου, διευθύντριας του Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων του Γενικού Νοσοκομείου Πρέβεζας. Δύο γυναίκες με εξαιρετικό επιστημονικό έργο που επέλεξαν να εργαστούν στο ΕΣΥ και να του αφιερώσουν τη ζωή τους, αλλά τώρα η συνείδησή τους τούς υπαγορεύει να αποχωρήσουν.
«Φεύγω για λόγους ευθιξίας και αξιοπρέπειας», μας λέει η Εύα Μιχαηλίδου, η γιατρός με τις λαμπρές περγαμηνές που άφησε τη μόνιμη θέση της στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης για να αναλάβει τη ΜΕΘ Αγρινίου, που έγινε γνωστή για ποσοστό θνησιμότητας 100%. Παρόλο που τα κατάφερε και μέσα σε 7 μόλις μήνες μείωσε το ποσοστό θνησιμότητας στη ΜΕΘ στο 13-14%, νοσηλεύοντας μάλιστα διπλάσιους ασθενείς από αυτούς που δέχεται η ΜΕΘ κατά μέσον όρο σε ένα χρόνο - 107 ασθενείς φέτος, αντί για 50 προηγουμένως-, βρήκε «πολλά εμπόδια και αντιστάσεις προς την αλλαγή και τη βελτίωση», όπως λέει.
Η κ. Μιχαηλίδου, που είχε κάνει τη ΜΕΘ σπίτι της, πραγματοποιώντας μέχρι και 22 εφημερίες τον μήνα, πολλές απλήρωτες, έφτασε στο όριο της λόγω της αδιαφορίας που συνάντησε εντός και εκτός ΜΕΘ. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, η διοίκηση του νοσοκομείου, η 6η Υγειονομική Περιφέρεια και το υπουργείο Υγείας, αδιαφόρησαν για τις συνεχείς εκκλήσεις της για στελέχωση της ΜΕΘ, η οποία είχε μείνει με ελάχιστο προσωπικό, ενώ δεν έλειψε και ο πόλεμος από ανθρώπους που είχαν συνηθίσει στην προηγούμενη κατάσταση αδράνειας.
Η ίδια προς τιμήν της δεν θέλησε να μιλήσει δημοσίως για τους λόγους της παραίτησης της, τους οποίους έχει παρουσιάσει αναλυτικά στους ανώτερους της. «Εδωσα πάρα πολύ μεγάλο αγώνα και εδραίωσα νέα πρωτόκολλα, ωστόσο δεν μπορώ να λειτουργήσω τη ΜΕΘ με τον τρόπο που θέλω», μας λέει προσθέτοντας ότι «η υγεία είναι ένα τεράστιο κοινωνικό αγαθό στο οποίο όλοι θα πρέπει να προσφέρουμε με τις δυνατότητες μας με στόχο τις καλύτερες υπηρεσίες προς τους πολίτες».
Από την πλευρά της, η γιατρός Καλλιόπη Μιχελάκου οδηγήθηκε σε παραίτηση ύστερα από 15 χρόνια υπηρεσιών σε παιδιά και παρουσίασε αναλυτικά τους λόγους σε ανοιχτή επιστολή (έχει δημοσιευτεί στο efsyn.gr). Μιλώντας στην «Εφ.Συν.» κάνει λόγο για μια «δύσκολη και επίπονη» απόφαση παραίτησης, που ήταν «μονόδρομος, γιατί όταν συνεχίζεις να παραμένεις σε πλαίσια που γίνονται κακοποιητικά και για σένα την ίδια, δεν μπορούν να είναι θεραπευτικά για τους ασθενείς σου». Ο τρόπος που εργαζόταν, μας λέει, δεν είχε καμία ασφάλεια για τους μικρούς ασθενείς της. «Οι αναμονές είχαν ξεφύγει -έφταναν τους 14 μήνες!- και η Παιδοψυχιατρική είναι μία επείγουσα ειδικότητα. Δεν υπήρχε για εμένα λόγος να δίνεται η εντύπωση ότι εδώ υπάρχει μία δομή και ότι τα πράγματα λειτουργούν».
Ολα αυτά τα χρόνια η κ. Μιχελάκου ήταν η μοναδική ψυχίατρος παιδιών και εφήβων στο ΕΣΥ τριών νομών (Πρέβεζας, Αρτας, Λευκάδας) και προσπαθούσε να καλύψει τις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες: από γνωματεύσεις, διαγνωστικές εκτιμήσεις, επείγοντα περιστατικά, θεραπευτικές παρεμβάσεις σε πολύ σοβαρές ψυχοπαθολογίες, μέχρι συνεργασίες με σχολεία, δικαστικές πραγματογνωμοσύνες για σοβαρές κακοποιήσεις και άλλα. Οπως υπογραμμίζει, η δομή παραμένει για χρόνια υποστελεχωμένη και οι διοικήσεις δεν προκηρύσσουν τις κενές θέσεις, που αδειάζουν και λόγω χαριστικών μετακινήσεων προσωπικού. Σημειώνει ότι η μοναδική ψυχολόγος που διέθετε το Κέντρο μετατέθηκε το 2014 χωρίς να προκηρυχθεί ποτέ η κενή θέση.
Επισημαίνει ότι έπεφτε στο κενό κάθε προσπάθεια των διοικήσεων του νοσοκομείου να στηριχτεί η δομή με προσωπικό και με κτιριακές και υλικοτεχνικές υποδομές. «Καμία προοπτική για ενίσχυση της δομής, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει με τις σύγχρονες επιστημονικές προδιαγραφές που απαιτούνται σε εποχές που αναδύονται νέες, σύνθετες, πολύπλοκες και αρκετά πιο σοβαρές ψυχικές νόσοι των παιδιών και των εφήβων», προσθέτει. Και φυσικά ούτε λόγος για δυνατότητα μετεκπαίδευσης στις νέες θεραπευτικές δυνατότητες που ανοίγονται. Γι’ αυτό «αναγκάζεσαι να πληρώνεις διαρκώς και αδρά από την τσέπη σου για να μπορείς να παραμένεις σε επαφή με τις επιστημονικές εξελίξεις».
Τι λένε ΠΟΕΔΗΝ και ΟΕΝΓΕ
«Αποχωρούν γιατροί, νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό προς συνταξιοδότηση ή για δουλειά στο εξωτερικό με καλύτερες συνθήκες εργασίας και απείρως καλύτερες αμοιβές ή ακόμη και για τον ιδιωτικό τομέα που πια στη χώρα μας σε πολλές περιπτώσεις προσφέρει καλύτερες αμοιβές», λέει στην «Εφ.Συν.» ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ και επισημαίνει: «δεν πρόκειται να προσελκύσουμε γιατρούς με 1.850 ευρώ τον μήνα, νοσηλευτές ή διασώστες με 800 ευρώ τον μήνα, τραυματιοφορείς με 650 ευρώ τον μήνα».
«Αποχωρούν γιατροί γιατί δεν ανέχονται την υποβάθμιση του ιατρικού έργου και την απαξίωση τόσο των ίδιων όσο και των ασθενών τους. Δεν δέχονται να γίνονται συνέχεια το μπαλάκι για να καλυφθούν οι τρύπες με μπαλώματα με τη μεταφορά γιατρών από νοσοκομείο σε νοσοκομείο και από πόλη σε πόλη. Δεν δέχονται να υποβαθμίζονται συνεχώς οι υπηρεσίες που παρέχουν στους ασθενείς τους», τονίζει στην «Εφ.Συν.» η Αφροδίτη Ρέτζιου, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ).
Αναδημοσίευση από: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου