«Σε λίγα χρόνια κανείς γιατρός που σέβεται τον εαυτό του δεν θα υπηρετεί στο ΕΣΥ»: Οι επιστήμονες με τις λευκές ή τις γαλάζιες μπλούζες οι οποίοι εργάζονται στα δημόσια νοσοκομεία – συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που μιλάνε με ενθουσιασμό για τη δημόσια περίθαλψη ως απαραίτητο αγαθό -, νιώθουν πως συγκρούονται συνεχώς με έναν τοίχο αδιαφορίας.
Οσοι πάλι συναναστρέφονται με τους λειτουργούς του Ιπποκράτη, γνωρίζουν από πρώτο χέρι, πως αρκετοί από αυτούς φλερτάρουν με την ιδέα του εξωτερικού ή του ιδιωτικού τομέα. Ακόμη και οι πιο «φτασμένοι» -κυρίως, αυτοί- , φαίνεται να διεκδικούν έστω και στα τελευταία χιλιόμετρα της καριέρας τους την αναγνώριση (μισθολογική, με καλύτερους όρους εργασίας).
Και το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα απομείνει τότε να σηκώνει το βάρος του ΕΣΥ; Ποιοι θα είναι οι έμπειροι γιατροί που θα εκπαιδεύουν τους νεότερους –εκείνους που θα μείνουν εντός συνόρων; Ας μην ξεγελιόμαστε. Τα περιστατικά που έρχονται στο φως της δημοσιότητας αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου.
Οι τέσσερις χειρουργοί του νοσοκομείου Χανίων, Κρήτης που δήλωσαν παραίτηση λόγω των εξαντλητικών ωραρίων στις εφημερίες, μετά τις δύο παραιτήσεις (μίας Παθολόγου και μιας Αιματολόγου) στο Βενιζέλειο νοσοκομείο , δεν θα έπρεπε να ξαφνιάζουν. Ούτε θα έπρεπε να… τρανταχτούμε από το βροντερό θόρυβο της πόρτας που έκλεισε η διευθύντρια του Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων του Γενικού Νοσοκομείου Πρέβεζας, εξουθενωμένη από τις εργασιακές συνθήκες αλλά και από την απάθεια ενός συστήματος, που θα έπρεπε να ενδιαφέρεται.
Κάθε απώλεια είναι υπολογίσιμη. Το κύμα δυσαρέσκειας σαρώνει την ολοένα πενιχρότερη διάθεση κάλυψης κενών θέσεων στο σύστημα Υγείας (εκτιμάται πως περίπου 5.500 θέσεις ειδικευμένων γιατρών παραμένουν ακάλυπτες). Το 2022 λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, 346 γιατροί αποχώρησαν από το ΕΣΥ. Ομως, κατά το ίδιο διάστημα παραιτήθηκαν ακόμη 511, αριθμός που αποτυπώνει τη διογκούμενη τάση φυγής.
Ας κάνουμε μία υπόθεση για έναν νεαρό μαθητή, που στα τελευταία χρόνια του Λυκείου τα δίνει όλα για να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον. Στα 18 του περνά στην Ιατρική Σχολή. Επειτα από έξι απαιτητικά χρόνια, αποκτά το πολυπόθητο πτυχίο. Αφού ολοκληρώσει τη θητεία του στο στρατό οφείλει να υπηρετήσει ως αγροτικός γιατρός –για την ιστορία μας ας πούμε, στο μακρινό Τρίκερι, Πήλιου–, όπου θα «τριφτεί». Εως τότε, δεν θα έχει κερδίσει τίποτα παρά την πενιχρή αμοιβή των περίπου 1.160 ευρώ το μήνα, καθώς το ΕΣΥ αναγνωρίζει τους αγροτικούς γιατρούς λίγο έως πολύ ως ανειδίκευτους εργάτες.
Και έπειτα ξεκινά ο Γολγοθάς της ειδικότητας, για την απόκτηση της οποίας μεσολαβούν από πέντε έως εφτά χρόνια, χωρίς να συνεκτιμάται και ο πιθανός χρόνος αναμονής. Στο μεσοδιάστημα, το ίδιο το σύστημα τους αντιμετωπίζει ως εκκολαπτόμενους ειδικευμένους επιστήμονες και συνάμα ως «νεροκουβαλητές» για να βγάζουν τις εφημερίες, τη χαρτούρα και τη χαμαλοδουλειά.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας αντί να εκπαιδευτούν έβαλαν για μία ακόμη φορά πλάτη στο σύστημα. Εκείνοι που το τολμούν φεύγουν για το εξωτερικό… Και εκείνοι που μένουν νιώθουν ακόμη πιο «ριγμένοι». Στην Ελλάδα ο βασικός μισθός ενός επιμελητή είναι 1.300 ευρώ και στη γειτονική Κύπρο περί τα 4.500 ευρώ.
Κάποιος θα έλεγε πως το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό. Δεκτό. Η επαγγελματική εξουθένωση που κορυφώθηκε την περίοδο της πανδημίας, οι συνθήκες εργασίας και τα αναδυόμενα θέματα ψυχικής υγείας έχουν αποθαρρύνει τους νέους γιατρούς στην Ευρώπη. Αρκετοί σκέφτονται να εγκαταλείψουν το επάγγελμα.
Οι δυσκολίες στελέχωσης απομακρυσμένων ευρωπαϊκών περιοχών με γιατρούς αποτελεί πρόβλημα σχεδόν στο σύνολο της Γηραιάς Ηπείρου. Οι νέοι γιατροί στην Ευρώπη αποκαλούν τις ζώνες αυτές «Ιατρικές Ερήμους». Για τη χώρα μας πάλι, η… ερημοποίηση είναι ένας κίνδυνος που μπορεί να απλωθεί στο σύνολο του ΕΣΥ εάν δεν κατασκευαστούν οι κακοτεχνίες του συστήματος και εάν δεν θεσμοθετηθούν σοβαρά κίνητρα.
Πηγή: Protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου