Σε κάθε περίπτωση, ασφαλιστική δικλείδα της διαδικασίας χορήγησης της σχετικής άδειας στον υπάλληλο, αποτελεί η «σύμφωνη και αιτιολογημένη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου». Συνεπώς, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο «δεσμεύει» το όργανο που είναι αρμόδιο να αποφασίσει, ενώ τυχόν ελλιπής ή εσφαλμένη αιτιολογία του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, συνιστά παράβαση του ουσιώδους τύπου της διαδικασίας.
Εν συνεχεία, στην παρ. 3 του άρθρου 31 Υ.Κ., καθιερώνεται ένα απόλυτο-ολοκληρωτικό ασυμβίβαστο, το οποίο αφορά στην απαγόρευση της κατ’ επάγγελμα άσκησης εμπορίας. Ήτοι, απαγορεύεται η πλήρωση εκείνων των όρων που κατά τις ειδικότερες διατάξεις του εμπορικού δικαίου οδηγούν στην κτήση της εμπορικής ιδιότητας.
Άρα, περιπτώσεις όπως η άσκηση ξενοδοχειακής επιχείρησης ή η συμμετοχή του υπαλλήλου ως συμπλοιοκτήτη απαγορεύονται απόλυτα στους δημοσίους υπαλλήλους, ως άσκηση κατ’ επάγγελμα εμπορίας, προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν παραμέληση των κυρίως καθηκόντων τους (ΝΣΚ 200/2010, 471/2006, ΕφΑθ 9329/2002).
Ωστόσο, δεν απαγορεύεται η απλή διενέργεια ορισμένων εμπορικών πράξεων (ΝΣΚ 378/2002, 368/2005). Έτσι, έχει κριθεί στο παρελθόν ότι, εκ μόνου του γεγονότος της πωλήσεως από υπάλληλο, τεσσάρων αυτοκινήτων σε διάστημα 4 ετών, δεν στοιχειοθετείται εμπορική δραστηριότητα, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης (ΣτΕ 820/1975).
Συνεπώς, το άπαξ ή επ’ ευκαιρία ή τυχαίως έργο ή εργασία με αμοιβή, δεν εντάσσεται στην απαγόρευση, αλλά απαιτείται σταθερή και συστηματική απασχόληση του υπαλλήλου, διότι πρόκειται για έντονο περιορισμό συνταγματικού δικαιώματος. Επιπλέον, σύμφωνα με τη υπ’ αριθμ. 10/2017 γνωμοδότηση ΝΣΚ, μόνη η συμμετοχή σε Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση, δεν προσδίδει εμπορική ιδιότητα, ούτε συνιστά κατ’ επάγγελμα άσκηση εμπορίας.
Πέραν από τις ανωτέρω γενικές προϋποθέσεις περί άσκησης ιδιωτικού έργου από δημόσιο υπάλληλο, το 2009, προστέθηκε στον νόμο μία επιπλέον περίπτωση κατά την οποία επιτρέπεται εξαιρετικά σε δημόσιο υπάλληλο η άσκηση ιδιωτικού έργου. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 31 παρ. 5 του Υπαλληλικού Κώδικα, ο υπάλληλος μπορεί «να αποκτά αυτοκίνητο δημοσίας χρήσεως ή να το εκμεταλλεύεται με εκμίσθωση, εφόσον το απέκτησε με γονική παροχή ή λόγω κληρονομικής διαδοχής ή λόγω δωρεάς εν ζωή από συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας έως β’ βαθμού ή από σύζυγο».
Ναι μεν στην περίπτωση αυτή δεν προβλέπεται ως απαραίτητη προϋπόθεση η λήψη άδειας, ωστόσο το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω παραγράφου είναι πολύ στενό. Φερειπείν, δημόσιος υπάλληλος δεν μπορεί να εκμεταλλεύεται λεωφορεία «ΚΤΕΛ», τα οποία περιήλθαν στην κυριότητά του με πώληση και μεταβίβαση από συγγενικό του πρόσωπο, καθώς δεν πρόκειται για γονική παροχή, ούτε για κληρονομική διαδοχή, ούτε για δωρεά εν ζωή από συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας έως β’ βαθμού ή από σύζυγο.
Περαιτέρω, μολονότι η άσκηση ιδιωτικού έργου από δημόσιο υπάλληλο χωρίς την προηγούμενη λήψη άδειας συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα, κατ’ άρθρο 107 του Υπαλληλικού Κώδικα, δεν αποκλείεται ο εκάστοτε υπάλληλος να τελεί σε δικαιολογημένη πεποίθηση ότι δεν διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα, αν αυτό συνάγεται από τη στάση της υπηρεσίας του.
Τούτο συμβαίνει, σε περίπτωση που η δημόσια υπηρεσία στην οποία ανήκει, του χορηγεί επανειλημμένως πιστοποιητικά ασφαλιστικής ενημερότητας προκειμένου αυτός να απαλλαγεί από τις εισφορές του κλάδου ασθενείας του ΤΕΒΕ (ΣτΕ 2504/2011). Σημειωτέον ότι, η ενασχόληση με συγγραφική και επιστημονική δραστηριότητα του δημοσίου υπαλλήλου δεν απαγορεύεται από το νόμο, ούτε απαιτεί τη χορήγηση άδειας (ΝΣΚ 409/2009).
Εν κατακλείδι, ο Υπαλληλικός Κώδικας στο άρθρο 31 προβλέπει ως κανόνα την απαγόρευση άσκησης ιδιωτικού έργου με αμοιβή στους δημοσίους υπαλλήλους και ως εξαίρεση παράλληλη ιδιωτική εργασιακή απασχόληση, χάριν της «ευρυθμίας» των δημοσίων υπηρεσιών και της αποφυγής συγκρούσεων των ιδιωτικών και των δημοσίων συμφερόντων.
Οι παράγραφοι 1, 2, και 5 του ως άνω άρθρου προβλέπουν ρητά αυστηρές προϋποθέσεις υπό τις οποίες δύνανται οι δημόσιοι υπάλληλοι να ασκούν εξαιρετικά ιδιωτικό έργο, κατοχυρώνοντας τοιουτοτρόπως την οικονομική τους ελευθερία.
Ωστόσο, οι παράγραφοι 3 και 4 του ανωτέρω άρθρου προβλέπουν «ολοκληρωτικό ασυμβίβαστο», χωρίς καν τη δυνατότητα λήψης άδειας κατ’ εξαίρεση. Συνεπώς, το άρθρο 31 του Υπαλληλικού Κώδικα επιτυγχάνει τη διασφάλιση των μεν ατομικών ελευθεριών των δημοσίων υπαλλήλων ως πολιτών, του δε δημοσίου συμφέροντος που επιτελούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου