«Ξέρεις πότε πληρώθηκα για τον Μάρτιο; Χθες». Το ημερολόγιο, όταν η νοσηλεύτρια είπε αυτή τη φράση στη συνάδελφό της, ενώπιόν μου, έδειχνε 3 Μαΐου. Ήταν πρωί, σε λίγο θα έκλεινα ένα 24ωρο στην ανάνηψη, έπειτα από το χειρουργείο στο οποίο είχα υποβληθεί και περίμενα κάποιος/κάποια, σαν από μηχανής θεός, να μου δώσει το «οκ» για να επιστρέψω στο δωμάτιό μου. Η κοπέλα συνέχισε τα παράπονά της στη συνάδελφο της, αφού μόλις τους είχαν καλέσει από άλλο τμήμα και τους είχαν ζητήσει να πάει η μία από τις δύο εκεί, διότι χρειάζονταν «χέρια». «Λες και η ανάνηψη δεν χρειάζεται χέρια. Γιατί δεν παίρνουν προσωπικό;», ήταν μία από τις τελευταίες φράσεις που είπε μπροστά μου, προτού τελικά μεταβεί σε εκείνο το άλλο τμήμα για ενίσχυση.
Στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Αλεξάνδρα» παρέμεινα από την Κυριακή 30 Απριλίου έως και το Σάββατο 6 Μαΐου. Σε αυτό το διάστημα, είχα τον χρόνο να παρατηρήσω πολύ. Τον χώρο, το ιατρικό/νοσηλευτικό προσωπικό, τις συνθήκες. Δεν μου είναι άγνωστο το ΕΣΥ, το αντίθετο. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια στην οποία η εμπιστοσύνη στο δημόσιο σύστημα Υγείας αλλά και η στήριξη σε αυτό υπήρξε πάντα συνειδητή επιλογή. Ως άτομο με Διαβήτη Τύπου 1, τα τελευταία 16 χρόνια, παρακολουθούμαι σταθερά σε δημόσιο νοσοκομείο. Πιστεύω με όλη μου την καρδιά ότι το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό των δημόσιων δομών Υγείας είναι μακράν πιο έμπειρο και καλύτερα καταρτισμένο, σε σύγκριση με εκείνο των ιδιωτικών. Όμως, η νοσηλεία και η παραμονή για ημέρες σε ένα δημόσιο νοσοκομείο δίνει την ευκαιρία να δει κανείς τα πράγματα σε μια άλλη διάσταση: την απολύτως πραγματική.
Η προσωπική μου εμπειρία δεν είχε δράματα. Ευτυχές. Είχε, όμως, τόσες εικόνες όσες χρειάζονταν για να εμπεδώσω αυτό που με συνέπεια αναδεικνύουν οι υγειονομικοί τα τελευταία χρόνια: ότι δηλαδή το ΕΣΥ έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όριά του. Γιατροί που κάνουν back to back εφημερίες (με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτή τους η κούραση για τους ασθενείς αλλά και για τους ίδιους), νοσηλεύτριες μόνες τους σε βάρδια σε κλινικές με 5-6 δωμάτια γεμάτα (από δίκλινα έως τετράκλινα), ατελείωτες ουρές σε ημέρες γενικής εφημερίας, ογκολογικοί ασθενείς που φτάνουν νωρίς το πρωί για τις θεραπείες τους και δεν έχουν ξεμπερδέψει μέχρι αργά το μεσημέρι.
«Είμαι μόνη μου, πού να τα προλάβω όλα;», ήταν μερικά μόνο απ’ όσα φώναζε, στη βάρδιά της, η κυρία Ειρήνη*, πηγαίνοντας πάνω κάτω τον διάδρομο και περνώντας από δωμάτιο σε δωμάτιο, για να δώσει φάρμακα και να κάνει ενέσεις σε όλες τις νοσηλευόμενες. Ήταν το προτελευταίο βράδυ της νοσηλείας μου, η υπομονή μου είχε αρχίσει να εξαντλείται, χρειαζόμουν ξεκούραση και το γεγονός ότι η νοσηλεύτρια είχε αυτή την ένταση και φώναζε στον διάδρομο, μου προκάλεσε εκνευρισμό, δεν θα το κρύψω. Σήμερα, που είμαι στην άνεση του σπιτιού μου και έχω πάρει μια – μικρή – απόσταση από τα γεγονότα, τη σκέφτομαι με συμπόνοια, περισσότερο. Γιατί, όπως είπα αρκετές φορές σε αυτό το διάστημα, στο δημόσιο νοσοκομείο μπαίνεις άνθρωπος και συχνά βγαίνεις κάτι λιγότερο από αυτό, αφού σου έχουν στερήσει ένα κομμάτι της αξιοπρέπειάς σου. Κι αν αυτό ισχύει μια φορά για εμάς που είμαστε επισκέπτες, για τις εργαζόμενες και τους εργαζομένους στο ΕΣΥ, ισχύει πολλαπλάσια, αφού σε αυτό περνούν την καθημερινότητά τους.
Το κείμενο αυτό δεν θα πει τίποτα σε όσες και όσους δεν χρειάστηκαν μέχρι τώρα κι ενδεχομένως πιστεύουν ότι δεν θα χρειαστούν ποτέ το ΕΣΥ. Δεν θα πει τίποτε σε όσες και όσους προωθούν με τις πολιτικές τους την πλήρη απαξίωση αρχικά κι έπειτα ιδιωτικοποίησή του, λες και το αγαθό της Δημόσιας Υγείας μπορεί να αντιμετωπίζεται με όρους κέρδους και ζημίας. Είναι οι ίδιες και οι ίδιοι, βέβαια, που εάν τους συμβεί το οτιδήποτε, σε δημόσιο νοσοκομείο θα προστρέξουν. Ελπίζω, όμως, να πει κάτι – έστω, ελάχιστο – σε εκείνες κι εκείνους εξ ημών που πιστεύουμε ότι ένας από τους πυλώνες ενός ισότιμου και δίκαιου κράτους είναι η δωρεάν κι ανεμπόδιστη πρόσβαση στη Δημόσια Υγεία. Δεν μας χαρίζει κανείς, τίποτα. Όπως οι γονείς μας, έτσι κι εμείς οι ίδιες κι οι ίδιοι καταβάλλουμε κάθε μήνα ασφαλιστικές εισφορές για τον λόγο αυτό. Ως εκ τούτου, είναι και δικαίωμά μας αλλά και υποχρέωσή μας να διεκδικούμε – με όποιον τρόπο μπορούμε – ένα επαρκές, ποιοτικό, ανθρώπινο ΕΣΥ. Δεν είναι υπόθεση άλλων, είναι υπόθεση όλων.
*Το όνομα, για ευνόητους λόγους, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
**Ευχαριστώ από καρδιάς τον γιατρό μου και την ομάδα του, τις νοσηλεύτριες σε κάθε ένα τμήμα που βρέθηκα, γιατί ξέρω, είδα, σε τι συνθήκες κάνουν τη δουλειά τους και παρόλ’ αυτά την κάνουν όσο καλύτερα μπορούν.
Αναδημοσίευση από: news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου